πεδιάσιμος

πεδιάσιμος
Επώνυμο 2 Βυζαντινών λογίων. 1. Θεόδωρος (14ος αι.). Καταγόταν πιθανότατα από τις Σέρρες. Έγραψε διάφορα έργα, τα κυριότερα από τα οποία τιτλοφορούνται Έκφρασις περί του ιερού των Σερρών, Έκθεσις τινών θαυμάτων των αγίων μεγάλων μαρτύρων και θαυματουργών Θεοδώρων, Εγκώμιον του ηλίου και Εγκώμιον του θέρους. 2. Ιωάννης (13ος – 14ος αι.). Διετέλεσε διάκονος και, την εποχή των Aνδρόνικου B’ και Aνδρόνικου Γ’, χαρτοφύλακας της Βουλγαρίας. Έγραψε πλήθος έργων, τα σπουδαιότερα από τα οποία τιτλοφορούνται Φιλοσοφικαί και φιλολογικαί πραγματείαι σχολειακαί, Περί των δώδεκα άθλων του Ηρακλέους, Περί των εννέα μουσών.
* * *
-ον, Α
1. ο πεδινός
2. το ουδ. ως ουσ. τo πεδιάσιμον
βιβλίο απογραφής τών αγρών, το πεδιακόν*.
[ΕΤΥΜΟΛ. < πεδίον + κατάλ. -σιμος (πρβλ. θανά-σιμος)].

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Нужна курсовая?

Look at other dictionaries:

  • πεδιασιμαίος — αία, ον, Α αυτός που ανήκει ή αναφέρεται στην πεδιάδα, ο καμπήσιος. [ΕΤΥΜΟΛ. < πεδιάσιμος + κατάλ. αῖος*] …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”